10.9.11

How to #8253743

Quit smoking:

If everytime you light one up reminds you of her, try falling for a non-smoking girl.

9.9.11

Άχρηστη ανάμνηση #76638446


1989, Φθινόπωρο. Ετοιμαζόμαστε οικογενειακώς να πάμε στο πάρτυ γενεθλίων του ξαδέρφου μου. Εγώ παίζω στο σαλόνι με δύο απ' τα πέντε νεογέννητα γατιά της Γκρίζως, της γάτας μας. Τα πετάω στον αέρα, τα βάζω να παλεύουν μεταξύ τους, μέχρι που ο πατέρας μου με φωνάζει απ' την εξώπορτα να φύγουμε κι εγώ τα παρατάω πάνω στον τριθέσιο, λεοπάρ, υφασμάτινο καναπέ.

Επιστρέφουμε στο σπίτι μετά από ώρες και διαπιστώνουμε ότι τα γατιά έχουν χέσει τον καναπέ. Εγώ κάνω τον αδιάφορο. Ο πατέρας μου με ρωτάει αν φταίω εγώ γι' αυτό, του λέω όχι. Με πλησιάζει, σκύβει από πάνω μου και μου λέει με αυστηρή φωνή -χαμογελώντας ωστόσο- "Για κοίτα με στα μάτια" -το περίφημο κόλπο του πατέρα μου για να καταλάβει αν λέω ψέμματα.

'Επιανε πάντα. Κάθε φορά που ερχόταν κοντά και με κοιτούσε μέσ' στα μάτια νόμιζα ότι μπορεί να δει μέσα στο μυαλό μου. Αν είχα κάτι να κρύψω πανικοβαλλόμουν, αποτραβούσα το βλέμμα μου, έπαιρνα το χαριτωμένα ένοχο ύφος μου και έλεγα την αλήθεια.
Εκτός από εκείνη τη φορά.

Ήξερα ότι δεν με είχε δει κανείς να τα παρατάω πάνω στον καναπέ. Ήξερα ακόμη ότι στην αντίστοιχη περίπτωση που θα έλεγα την αλήθεια, θα κοιτούσα τον πατέρα μου με τη βεβαιότητα εκείνου που ξέρει ότι έχει δίκιο. Ήμουν αποφασισμένος να τα παίξω όλα για όλα και το έκανα. Κορδώθηκα, τον κοίταξα μέσα στα μάτια και -σχεδόν θυμωμένα- επανέλαβα "Όχι σου είπα".

Μουρμούρισε ένα "εντάξει", μου χαΐδεψε το κεφάλι κι έφυγε. Τον άκουσα, καθώς απομακρυνόταν, να γαμωσταυρίζει τη γάτα και να λέει στη μάνα μου να καθαρίσει τα μαξιλάρια.

29.7.11

Πόσο κρατάει ένα κουτί Happy Hippo; #1

Θέλω να είμαι ειλικρινής, τουλάχιστον για το αποψινό ποστ.

Σκόπευα να γράψω άλλο ένα "Πόσο κρατάει ένα τσιγάρο" με διαφορετικό τίτλο. Μου ήρθε αμέσως στο μυαλό ήταν το "δωσ' μου ένα τσιγάρο" κι η μελωδία απ' το τραγούδι "Συναυλία". Δεν θυμόμουν καν τον τίτλο, είχα πολλά χρόνια να το ακούσω. Το έψαξα αμέσως στο γιουτιούμπ και το ξανάκουσα.

Το άκουσα 2-3 φορές μέχρι που αποφάσισα να γράψω εδώ πέρα.

Στην αρχή έπαθα σοκ. Τελευταία φορά που άκουσα το τραγούδι ολόκληρο ήμουν, νομίζω, στο Λύκειο. Καταλαβαίνω τώρα ότι η τότε ηλικία μου δεν επέτρεπε να εκτιμήσω κάποιους στίχους.

Η εισαγωγή "Δώσ' μου ένα τσιγάρο να σταθώ να πάρω εισιτήριο, δίπλα στα ζευγάρια τα δεκαοχτάρια, τι μυστήριο", και το ρεφραινάκι "Εγώ στα νιάτα μου ξημέρωνα Ελλάδα, Ευρώπη, Αμερική" με γοήτευσαν. Με φαντάστηκα να είμαι σε συναυλία με τη γκόμενα που γουστάρω, γύρω μας άγνωστα μαλακισμένα να γαργαλάνε τις αγοραφοβικές μου τάσεις κι ένα τσιγάρο στο χέρι.

"Κοίτα να δεις" σκέφτηκα, "που βιάστηκες να απορρίψεις κάτι που έπρεπε να είσαι μεγαλύτερο για να εκτιμήσεις. Α, ρε Νικόλα! Πόσα άλλα τέτοια πράματα πρέπει να αναθεωρήσεις;"

Όμως, όπως είπα και πριν, το ξανάκουσα το τραγούδι. Και βρήκα και τους στίχους. Δεν θέλω αυτό το ποστ να καταλήξει σε απόπειρα θαψίματος, γι' αυτό θα είμαι σύντομος. Όλο το υπόλοιπο τραγούδι μου έδωσε την εικόνα ενός μεσήλικου ζευγαριού που πάει να δει τους Σκόρπιονς στο γήπεδο του Σπόρτινγκ. "Μας έμεινε η ροκιά" και τα τριγλυκερίδια.

Και μ' αυτήν τη σκέψη ξέχασα τι ήθελα να γράψω στην αρχή αρχή.

Κάτι σε σχέση με το τσιγάρο και το κάπνισμα. Ότι όντως, απ' το τελευταίο μου ποστ, είχαν περάσει πολλές μέρες χωρίς να καπνίσω. Μέχρι που ανέβηκα στην Αθήνα, βγήκα με μια φίλη μου, που μου είπε "Δε νομίζω ότι είσαι σε φάση να το κόψεις τώρα", κι εγώ σκέφτηκα αμέσως "Έχει δίκιο, ποιον κοροιδεύω", και της ζήτησα ένα τσιγάρο.

Μέχρι να τελειώσει η βραδιά τής είχα καπνίσει το μισό πακέτο. Έφυγα λίγο μετά για Θεσσαλονίκη. Δεν ένιωθα ανάγκη να καπνίσω.

Στο τρένο έγραψα αυτό:

8.7.2011


Στην αμαξοστοιχία 500, πηγαίνοντας Θεσσαλονίκη. Στο "εστιατόριο", πλησιάζουν μεσάνυχτα κι η κοπέλα δίπλα μου λέει σε κάποιον "Η ελάχιστη κατανάλωση είναι ενάμιση ευρώ"
Τι μάθαμε σήμερα;
1) Εισιτήριο για το τρένο τουλάχιστον 4 ώρες νωρίτερα. Αυτό το "μόνον όρθιοι" είναι κάπως περιοριστικό
2) Γι' αυτή τη δουλειά -το γράψιμο δηλαδής- όσο πιο μικρό, τόσο πιο καλό. Το στυλό 0.1 βολεύει τελικά.
3) Δεν υπάρχει λόγος να προβληματιζόμαστε. Αν μετά από τόσο καιρό φαίνονται περίεργα κάποια πραγματα, γάμα τα. Μαθαίνουμε μέσα απ' αυτήν την κατάσταση


Αυτό το τετράδιο δεν ευνοεί το γράψιμο ιστοριών. Σημειώσεις, αποτυπώσεις βιωμάτων, απογραφή αναμνήσεων μοιάζουν πιο ευπρόσδεκτες. Γενικολογίες όμως, άσκοπες υπεραναλύσεις δεν φαίνεται να χωράνε σ' αυτά τα τετράγωνα.
Θα δοκιμάσω την τύχη μου, όπως και νά 'χει.
Τα πάντα απόψε μοιάζουν ιδανικά. Η θέση μου, στο κέντρο του βαγονιού - κυλικείου είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί τις τελευταίες εβδομάδες.
Οι άνθρωποι που με περιβάλλουν λένε ολόκληρες ιστορίες σε δυο κουβέντες. Το ζευγάρι που με φιλοξενεί στο τραπέζι του, μάλλον Αλβανοί, ηλικιωμένοι μ' αγαπημένοι.
Η γιαγιά πίσω, με την εμμονή στη βαλίτσα από πάνω μας. "Προσέξτε μην πέσει, εσύ ιδιαίτερα που είσαι και ψηλό παιδί έχε το νου σου, ρίχνε πότε πότε καμιά ματιά". Ο κύριος δίπλα μου λέει "Αν πάθει τίποτα η γυναίκα μου απ' την τσάντα σου, θέλω αποζημίωση", κι η γυναίκα του γελάει.
Ο πιτσιρικάς στο τραπέζι δεξιά που λέει "Στη ζούλα μπορείς να κάνεις κάνα τσιγαράκι, εκεί στο ενδιάμεσο των βαγονιών. Σκέφτομαι τόση ώρα να πάω αλλά φοβάμαι μη μου φάνε τη θέση". Στη μπλούζα του έχει τρία καρέ-ταμπελάκια: "a woman", "a good woman", "a great woman"-κάτι σχετικό με μπύρα. Ο κύριος δίπλα μου προσφέρεται να του προσέχει τη θέση κι ο πιτσιρικάς πάει να καπνίσει.
Ο κλασικός σφίχτης στη γωνία με τη μάνα του και τα δυο του παιδιά. Έκατσε στο "μόνο για φαγητό" τραπέζι πουλώντας τσαμπουκά, αφού τον συμβούλεψε κάποιος μπαίνοντας στο βαγόνι. "Τα εισιτήρια τα έχεις πληρώσει" του είπε. Τα τικ του είναι αξιοπρόσεχτα.
Ο κύριος δίπλα μου κατάγεται απ' το Σούλι, γεννημένος στην Κορυτσά. Πριν λίγο μιλούσε βλάχικα με τη γυναίκα του. Ήρθε το '91 στην Ελλάδα. Ξυλάς στο Γαλάτσι με τρία παιδιά. Ο μεγάλος γιος 31, η κόρη 29 κι ο μικρός γιος 21. Ήταν έξι μηνών όταν έφτασαν στην Αθήνα. Μου είπε "Καλός ηθοποιός να γίνεις, να μάθεις να μιλάς με τους ανθρώπους". Μιλήσαμε για τα νοίκια, για την αγάπη του για την Κρήτη. Μου είπε για τότε που είχε πάει στα Σφακιά κι ήπιε κρασί 25 χρονών "σαν κονιάκ, μ' ένα ποτήρι γίνεσαι ντέφι" και γέλασε.
Θεσσαλονίκη πάνε για την πεθερά. Θα έπαιρναν το αμάξι αλλά δεν αξίζει, μόνο για τα διόδια δίνεις 36 ευρώ λέει, κι οι βενζίνες φτάνουν τα 150 ευρώ να πας και νά 'ρθεις.
Στο τραπέζι απέναντί μου μια τρελή Ρωσίδα που θα ήθελε να είναι 17 χρονών αλλά έχει περάσει τα 40. Γελάει προκλητικά με το παραμικρό.
Δεξιά μου -στο ίδιο τραπέζι με τον κουλ πιτσιρικά- μια πανέμορφη μαυρούλα. Δεν μιλάει ελληνικά. Πίσω μου το χάος.
Η νύχτα μας κάνει όλους να μοιάζουμε παράνομοι. Το air condition του βαγονιού προβλέπεται να μου αφήσει για ενθύμιο μια ψύξη που θα μου κρατάει συντροφιά μέχρι να επιστρέψω στην Κρήτη.
-περαστικός παππούς με αραιό, ασημένιο μαλλί, ευγενικά γαλανά μάτια, περπατάει νωχελικά προς τα πίσω βαγόνια. Φοράει μπεζ ρούχα, παντελόνι, μπλούζα με γιακά και γιλέκο. Μάλλον για να αναγνωρίζεται πιο εύκολα αν χαθεί.
Επιστρέφω στο φλέγον ζήτημα.
Το βαγόνι κουνιέται και τα γράμματά μου θά 'ναι δυσανάγνωστα ακόμη και για 'μένα αλλά πρέπει να συνεχίσω.
Δεν ξέρω αν είμαι χαρούμενος λόγω της συνειδητοποίησής μου για [ΔΥΣΑΝΑΓΝΩΣΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ] 
-τελικά ο παππούς φοράει πουκάμισο, όχι μπλούζα με γιακά-
[ΔΥΣΑΝΑΓΝΩΣΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ]
Έκλεισα τα μάτια μου για δυο στιγμές, κάνοντας διάλειμμα απ' τον Ξένο του Καμύ και σκέφτηκα ξανά τις "διακοπές μας", τον πολυφασικό ύπνο και το "green line" drinking game που έμαθα πρόσφατα.
Μου φαίνεται περίεργο που δεν μ' έχει πιάσει ακόμα το στερητικό σύνδρομο απ' την απουσία νικοτίνης στον οργανισμό μου. Η ζέστη μοιάζει καθοριστικός παράγοντας. Αν ήμουν άλλος και με παρακολουθούσα θα αναρωτιόμουν τι στο διάολο γράφω τόση ώρα. Με εκπλήττω (ή εκπλήσσω;). Σαν να πήρα μια βαθειά ανάσα και εκπνέω λέξεις. Το καλύτερο timing. Είχα καιρό  να το νιώσω, σίγουρα πάνω από μήνα. Αυτό σίγουρα δεν σημαίνει ότι είμαι ερωτευμένος ή κάτι τέτοιο.
*Να φάω τώρα είναι να κρατήσω τα μετρημένα φράγκα μου γι' αργότερα;
Μετά από ένα διάλειμμα για διάβασμα του Ξένου, μια πίτσα "σπέσιαλ" των 3,50 ευρώ που μού 'κατσε βαριά και μια στάση του τρένου στο πουθενά, ακούω Στρόφαλη στο mp3 με μεγάλη ευχαρίστηση. Προσπαθώ να ακούσω όλα τα όργανα στο "parormissis" ενώ την προσοχή μου αποσπά η επιφάνεια του νερού στο μπουκαλάκι μπροστά μου. Παίρνει ξεχωριστές μορφές απ' τους κραδασμούς.


Κι άλλο σημάδι καλού timing: άνοιξα τα μάτια μου κι είδα το μωβ-ροζ-πορτοκαλί-γαλάζιο (από κάτω προς τα πάνω) του ουρανού, όταν ο Morrison έλεγε "I tell you this: No eternal reward will forgive us now for wastin' the dawn"
Ακούγοντας το "The WASP"

Δεν κάπνισα όσο ήμουν στη Θεσσαλονίκη. Κάπνισα επιστρέφοντας στην Κρήτη. Αυτή τη στιγμή δεν καπνίζω. Αυτό μπορεί να σημαίνει κάτι, μπορεί και να μη σημαίνει.

30.6.11

Πόσο κρατάει ένα τσιγάρο; #2

Έχω μια συνήθεια
Τη μέρα ή τη νύχτα που τελειώνω κάποιο πακέτο τσιγάρα, αν θεωρώ ότι έζησα κάποιο αξιομνημόνευτο γεγονός, σημειώνω πάνω του την ημερομηνία και κάποια λέξη-κλειδί που να υπενθυμίζει το γεγονός αυτό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το παρακάτω πακέτο, τοποθετημένο στον τοίχο πάνω απ' το κρεβάτι μου. Ίσως κάποια άλλη στιγμή να περιγράψω και την ιστορία που υπενθυμίζει.




Αυτό είναι το πιο πρόσφατο



Δεν έχω αγοράσει άλλο πακέτο απ' την αναγραφόμενη ημερομηνία.
Έχουν περάσει πάνω από 24 ώρες απ' την τελευταία φορά που κάπνισα. Απόψε μάλιστα πέρασα και μια δύσκολη δοκιμασία: έκατσα στην αυλή της Guernica παρέα με τη φίλη μου την Αμαλία, πίνοντας μπύρες και κάνοντας μια εκτενή κουβέντα πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις.
Γκομενοσυζήτηση δηλαδή, με αναφορές σε πρόσφατο και μακρινό παρελθόν, αναλύσεις, θεωρίες και διλήμματα. Χωρίς τσιγάρο.

Η αλήθεια είναι ότι σε κάποιες στιγμές δυσκολεύτηκα κι έριξα μια-δυο κλεφτές ματιές στον πράσινο Golden Virginia καπνό της. "Ποιος ο λόγος" σκέφτηκα όμως αμέσως, πριν προλάβω καν να μπω στη διαδικασία να στρίψω, κάτι που συνήθως κάνω ασυναίσθητα. 

Αφού δεν έχω νιώσει να μου λείπει η νικοτίνη, λέω να μην αφήσω τέτοια ευκαιρία να πάει χαμένη. Μάλλον κόβω το τσιγάρο για πολλοστή φορά. Όπως λέω συνήθως: "Αν καταφέρω να το κόψω, μπορώ να κάνω τα πάντα".

Θα δείξει. "Νo stress", που λέει κι ο παππούς που πουλάει πασατέμπο στον Κούλε.

Κι αυτήν την ανάρτηση δεν τη γράφω τόσο για να πείσω τον εαυτό μου ότι κόβω το κάπνισμα, όσο για να θυμάμαι ότι αν κάπνιζα απόψε, τελειώνοντας το πακέτο θα έπαιρνα το μαρκαδοράκι μου και θα έγραφα πάνω:

29 προς 30.6.2011
Gue με Αμαλία - Στ κ' Στ

25.6.11

Νύστα

Το παρακάτω ερωτηματολόγιο είναι ένα κακέκτυπο του περίφημου Ερωτηματολογίου του Προυστ (τόσο αστείο όνομα). Έχει κυκλοφορήσει σε διάφορες εκδοχές, με πρόσθετες ή/και παραλλαγμένες ερωτήσεις.  Στην παρακάτω του μορφή εξυπηρετεί το χτίσιμο του χαρακτήρα για μια ταινία. Εξ ου και οι ερωτήσεις σε τρίτο πρόσωπο. Τώρα εξυπηρετεί την αυτοκατανάλωση, λόγω ελεύθερου χρόνου.


Ερωτηματολόγιο ηρώων
 ή αλλιώς "εγώ-εγώ-εγώ-εγώ-εγώ-εγώ" σε τρίτο πρόσωπο

1)      Η απόλυτη ευτυχία είναι ;
Η άγνοια; Δεν ξέρω.

2)      Τι τον κάνει να σηκώνεται το πρωί ;
Τι τον κάνει να κοιμάται το πρωί; (Δεν θα απαντήσω ξανά με ερώτηση, υπόσχομαι.)

3)      Η τελευταία φορά που ξέσπασε στα γέλια ;
Ακούγοντας το κατασκευασμένο ανέκδοτο:
«Με τι λούζεται ο ντεμέκ εναλλακτικός καλλιτέχνης;
  Με σαμποέμ»

4)      Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα του ;
Η γκρίνια θα πουν κάποιοι. Ο χαζορομαντισμός θα πω εγώ. Και σίγουρα θα βρεθεί κάποιος να πει «Η μύτη».

5)      Το βασικό ελάττωμά του ;
Η «αποστασιοποίηση» ως άμυνα. Διακρίνεται άλλοτε σαν τεμπελιά, άλλοτε σαν κατ’ επίφαση χαλαρότητα, άλλοτε σαν δειλία, άλλοτε σαν.. Επίσης ανάγει τυχαία γεγονότα σε εγωκεντρικά, «συμπαντικά» patterns και χάνει την ψυχραιμία του όταν του χαλάνε την ξεκούραση και τα "πράγματά του".

6)      Σε ποια λάθη δείχνει τη μεγαλύτερη επιείκεια ;
Σ’ εκείνα που φαίνεται να μην έχουν κάποιο κόστος, ως εκ τούτου και στα δικά του. Και στα δικά σας.

7)      Η τελευταία φορά που έκλαψε ;
Κάποια στιγμή μεσ’ στο περασμένο Πάσχα.
Βράδυ, περασμένες τέσσερις, φεύγει από ένα μπαρ για να πάρει τσιγάρα. Σκέφτεται «Τα κάνω όλα λάθος. Θα πεθάνω μόνος» και ξεσπάει σε λυγμούς. Επιστρέφοντας στο μπαρ, βρίσκει στο δρόμο ένα πενηντάευρω και βάζει τα γέλια.

8)      Ποιοι είναι οι ήρωες του ;
O Bill Hicks, o Jeff Buckley και, πρόσφατα, ο Bruce Lee. Είναι αυτό το «Β» (μπη) που κάνει τη διαφορά. Ως εκ τούτου και οι μελισσοκόμοι (beekeepers)

9)      Το αγαπημένο του ταξίδι ;
Το γνωστό. Ηράκλειο-Αθήνα με πλοίο Minoan. Ιδιαίτερα όταν προσμένει να δει κάποιον.

10)   Οι αγαπημένοι του συγγραφείς ;
Τσέχωφ, Πεσσόα και Λάβκραφτ. Παρ’ όλα αυτά είναι λιγότερο διαβασμένος απ’ όσο θα έπρεπε.

11)  Ποια αρετή προτιμάει σε ένα άντρα ;
Της ψυχραιμίας.

12)   Ποια αρετή προτιμάει σε μία γυναίκα ;
Της θηλυκότητας

13)   Αγαπημένο συγκρότημα, συνθέτης ;
The Doors. Ως προς το συνθέτη, θα απαντούσε «Ο Καρβέλας».

14)   Το τραγούδι που σιγοτραγουδάει ;
Ένα που σκέφτηκε πριν λίγες μέρες. Έχει reggae επιρροές και λέει
  “Ι woke up yesterday, tears in my eyes
    said I woke up yesterday, tears in my eyes
   You said you gonna leave me and in my sleep I cried
   lord, you said you gonna leave me ‘n now my soul ran dry”
Όπως πάντα, δεν πρόκειται να αναρωτηθεί για παρακάτω στίχους.

15)   Το βιβλίο που τον σημάδεψε ;
«Η ώρα του διαβόλου» του Φερνάντο Πεσσόα.

16)   Η ταινία που τον σημάδεψε ;
Αυτός θα έλεγε «Ο Νονός» αλλά μάλλον «Το Κοράκι» τον σημάδεψε περισσότερο.

17)   Αγαπημένος ζωγράφος ;
Πρώτη σκέψη είναι ο Gustav Klimt.

18)   Αγαπημένο κόμικς ;
“The Crow” του James O’ Barr.

19)   Με ποια διασημότητα θα ήθελε να κάνει έρωτα ;
Με τη Laure Sainclair. Αλλά αυτός θα έλεγε "Με τη μάνα σου".

20)   Αγαπημένο χρώμα ;
Το μωβ θα απαντούσε, επειδή δεν μπορεί να επιλέξει ανάμεσα στο μπλε και το πράσινο.

21)   Αγαπημένη και απεχθής μυρωδιά ;
Αγαπημένη αυτή του γιασεμιού, απεχθής της κολπίτιδας.

22)   Αγαπημένη και απεχθής αφή ;
Αγαπημένη του τριχώματος της γάτας, απεχθής της πίσσας.

23)   Αγαπημένη και απεχθής γεύση ;
Αγαπημένη του cornetto,  απεχθής του χαλασμένου τυριού.

24)   Αγαπημένα ζώα (τρία) ;
Γατιά, άλογα, σκυλιά.

25)   Ποια θεωρεί ότι είναι η μεγαλύτερη επιτυχία του.
Που ζει ακόμα κι υπάρχουν κάποιες προοπτικές για το αύριο.

26)   Ποια θεωρεί ότι είναι η μεγαλύτερη αποτυχία του.
Που δεν έχει εκπληρώσει τους κοινωνικά προσδοκώμενους για την ηλικία του στόχους, που δεν καταλαβαίνει τι είναι αυτοί οι στόχοι και πώς εκπληρώνονται.

27)   Αγαπημένο του ποτό ;
Το Jameson, μετά από πολλές δοκιμές.

28)   Ανομολόγητη ερωτική φαντασίωση ;
Ω, ας μείνει ανομολόγητη.

29)   Ο μεγαλύτερος φόβος του ;
Αυτός του θανάτου.

30)   Κάτι που δεν έχει πει ποτέ σε κανέναν ;
Βλ.  ερ. 28.

31)   Κάτι που έχει πει μόνο σ’ έναν άνθρωπο ;
«Πας να με χρησιμοποιήσεις σαν σωσίβιο. Όχι όμως για να βγεις στην επιφάνεια αλλά για να με τραβήξεις μέσα και να νιώσεις την ικανοποίηση ότι δεν είσαι μόνη».
Ναι, απ' την επόμενη μέρα που ειπώθηκε αυτό το πράμα το θεωρεί κι ο ίδιος αστείο.

32)   Πώς θα ήθελε να πεθάνει ;
Παραδειγματικά.

33)   Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεται αυτόν τον καιρό.
Ντάξει, καλά τον βλέπω.

18.6.11

Εξομολογήσεις #1

Πρώτη εικόνα:
Ξημέρωμα Παρασκευής 17 Ιουνίου, σπίτι του Στέλιου. Προσπαθώ να καταλάβω γιατί ήπια τόσο άγαρμπα. Ζαλίζομαι τόσο, που χώνομαι στην τουαλέτα, παίρνω μια ζεστή αγκαλιά τη λεκάνη και ξερνάω εκούσια. Νιώθω καλύτερα. Ξεπλένω το στόμα μου με μισό σωληνάριο οδοντόκρεμα, πίνω 2 λίτρα νερό απ' τη βρύση και πάω για ύπνο.

Ξεφυλλίζοντας το σημειωματάριό μου λίγες ώρες αργότερα, συνειδητοποιώ ότι αυτή βραδιά προετοιμαζόταν από μέρες


Μεσάνυχτα Τρίτης 14 Ιουνίου στο πλοίο για Κρήτη:

Επιστρέφω στη θέση μου μετά από ένα κρουασάν κι ένα τσιγάρο στο ελικοδρόμιο του πλοίου. Πλησιάζει πανσέληνος. Ενδιαφέρον, θα με βρει στο Ηράκλειο η Πανσέληνος του Ιούνη. Κάπου πήρε το μάτι μου ν' αναφέρεται έκλειψη. Λες;
Ακούω Τρύπες: "Ο χρόνος είν' ένα θλιμμένο καρναβάλι". Σαν να προετοιμάζομαι για συνάντηση με το Γιάννη.
Τώρα παίζει Artistz
                                       Σκιά λαμπερή
                                                            χα! Μια ανοιγμένη πληγή!

Λίγες στιγμές πριν παρακολουθούσα τη θάλασσα γαλήνια, σκοτεινή. Φωτάκια στον ορίζοντα και το καθρέφτισμα μιας μεγάλης αλλά ατελούς σελήνης. Ευχήθηκα γι' άλλη μια φορά να συνέβαινε κάτι το απόκρυφα συνταρακτικό.
Νά 'βλεπα παράξενες λάμψεις στο βυθό ή στον ουρανό, να άκουγα κάποιο κάλεσμα από οικεία ή ανοίκεια φωνή. Κάτι που να δικαιολογεί ή να κάνει ακόμη πιο ενδιαφέρουσα την ύπαρξη.
Τι είναι πιο τραγικό; Η πίστη σ' έναν θεό-φάντασμα που στηρίζεται σε λαϊκές δοξασίες ή η συνειδητοποίηση της ανυπαρξίας;
 Τώρα ακούω Sleepin Pillow - Once, ό,τι έπρεπε γι' αυτή τη στιγμή.
Πρέπει να συνεχίσω να γράφω, να αφήνομαι χωρίς αυτοκριτική, σχολιασμό και
και;
Ροή, ας πούμε; Προσοχή; Νόημα;
Once I was with you, now I 've lost you λέει το τραγούδι τώρα.
στο 6.41" είμαστε.
Τι ειρωνεία, όπως πάντα.
Ταυτόχρονα η τηλεόραση παίζει "America's got talent" κι ο Ντέηβιντ Χάσελχοφ-Μητς Μπιουκάναν-Μάικλ Νάϊτ δίνει συγχαρητήρια σ' ένα πιτσιρίκι που παίζει ηλεκτρική. Γουάου.
Winter Dreams (επόμενο κομμάτι) στο κατακαλόκαιρο.
Ρε, ναι! Το αποφάσισα, θα πάω έξω να τελειώσω το κρουασάν. Έχω τίποτα να χάσω; Time is on my side, γες ιτ ιζ!
Κάποιο βράδυ θα ξαναδιαβάζω αυτή τη σελίδα και μπορεί να γελάω (το καλύτερο κομμάτι του mp3 στο 05.30"κάτι)
Πρέπει να συνεχίσω να γράφω παρόλαυτά (παρ' όλ' αυτά, παρόλ' αυτά?)
 Λοιπόν, πάω έξω και επιστρέφω Δημήτριος-
τόσο χαζό αλλά τόσο ταιριαστό.

Επιστρέφοντας πίσω, μετά από κρουασάν και τσιγάρο #2, χαμήλωσα την ένταση του Eulogy που έπαιζε, σκέφτηκα ότι θα ερωτευόμουν εκείνη που είχε δίπλα της ένα Μίκυ Μάους, ένα περιοδικό για διατροφή κι ένα σταυρόλεξο, και βέβαια αναρωτήθηκα γιατί είμαι τόσο συγκεκριμένος στα γούστα μου.
Πώς στο διάολο θα ρίξω τα στάνταρ(ντς) μου;
Να μην ξεχάσω: Εσωτερική αντιπαράθεση, ο Χεσμένος κι ο Νηφάλιος:
"Θα χωθώ ρε"
"Σταμάτα-σταμάτα! Όποτε πίνεις κάνεις μαλακίες"
βασισμένη στην έξοδο που κατέληξε στα σκαλοπάτια ενός νεοκλασικού στην Πλάκα. Ωραία βραδιά

-

Ξύπνησα με καούρα στο στομάχι. Πρόλαβα να σκεφτώ άπειρους λόγους (όπως το ταμπάσκο στα μακαρόνια) αλλά ο νους μου έμεινε λίγο παραπάνω στη Β. Απ' το παράθυρο φαίνεται το Ηράκλειο.
"Όλοι σηκώνονται και φεύγουνε" λέει με παράπονο η κυρία πίσω μου. Ζηλεύω την υπομονή του άντρα της. Για κάποιο λόγο θυμήθηκα το μικρό ναό της Παναγίτσας. Φταίει πού 'ναι δίπλα το σπίτι μου


Πρωινό Πέμπτης 16 Ιουνίου, σπίτι του Στέλιου:

Το επόμενο πρωί:
Φωτογράφισε αυτήν την αίσθηση ζαλάδας, αδυναμίας και ανακατωσούρας.
Έτσι δεν είναι πάντα;
Αλλά πώς να την κατευθύνω αλλού την αίσθηση αυτή;
Διάσπαση του Εγώ, ταξίδι έξω απ' το σώμα, συνειδητότητα του Όλου, αναπνευστικές ασκήσεις
για να βουτήξω πάλι σ' ένα κενό που στερείται εξωτερικών ερεθισμάτων, κι η μόνη φωνή που αχνοακούγεται είναι αυτή της "συνείδησής μου" να λέει "Πάλι τα ίδια ρε μαλάκα; Τι θα γίνει με την περίπτωσή σου;"

Συνέχεια..
Έφτασε μεσημέρι. Περιμένω να ξυπνήσω εγώ και όλοι.
Μοιράζομαι με τον εαυτό μου ένα τσιγάρο σ' ένα στρώμα που μου πέφτει λίγο. 
Ζηλεύω; Δεν ξέρω. Ήταν σωστή η πρόβλεψή μου για τις "διακοπές"; Η πολύωρη ανταλλαγή μηνυμάτων ήταν μια ένδειξη του αναπόφευκτου. Δεν χρειάζεται καν να ρωτήσω για να βεβαιωθώ. Εκείνη δεν πρόκειται να πει τίποτα για να μην πληγωθώ.  Με πείραξε η κουβέντα; Δεν ξέρω. Το βράδυ δεν ένιωθα ότι πιέζομαι. Η τελευταία μεθυσμένη αγκαλιά όμως μού 'κοψε τα γόνατα.
Χρειάζομαι ένα μπάνιο. Η θάλασσα πάντα βοηθάει να ξεπλυθούν σκέψεις που μοιάζουν με περιττό βάρος.
"Like a bag of fuckin bricks. All you gotta do, set it down"
και ξάφνικά μια παράξενη πείνα με κυριεύει
το δέρμα να χορτάσει άγγιγμα, η γλώσσα την αλμύρα του ιδρώτα, η μύτη ψεύτικα αρώματα, τ' αυτιά αναστεναγμούς και τα μάτια ΨΑΡΙΑ
    μπαρμπούνια, κουτσομούρες, ξέρεις..

Γι' άλλη μια φορά συμμετέχω σε μια συνομιλία τόσο μυστική που δεν την ακούω. Ξέρω μόνο ότι λαμβάνει χώρα στο πίσω-αριστερά μέρος του μυαλού μου. 

Προσπαθώ να γίνω Νερό. Ν' αφήνω όλ' αυτά να περνούν από μέσα μου και να φεύγουν ξανά στο σύμπαν. Κι ας μην κρατώ τίποτα μέσα μου. Αρκεί η ανάμνηση του παφλασμού.
Καρδιά από νερό, μυαλό-κυψέλη από apidae, apis mellifera.


Μεσημέρι Παρασκευής 17 Ιουνίου, σπίτι του Στέλιου:

Επόμενο λοιπόν πρωί..
Με κάπως πιο εύθυμη διάθεση, για να πω την αλήθεια. Ξερνώντας κανείς τα σ'κώτια του ξεχνάει για λίγο συναισθηματικοτέτοιους προβληματισμούς. Θέλω να βγω έξω για κάποιο λόγο. Να δω ήλιο, κόσμο, χρωματιστά πράματα.

Στο repeat το Once

Δε χανγκ-όβερ #2

Ακούγοντας το Grace, περιμένοντας έναν καφέ. Αυτό είναι κάτι καινούριο, ας πούμε. Ο καφές εννοώ.
Χθες που είχα πιει επίσης πολύ έγραφα με μια κάποια ροή. Ωραία... Τώρα δεν μπορώ να γράψω δηλαδή.
Πάω να δω τι γίνεται με τον καφέ.


Τελευταία εικόνα:
Απόγευμα προς βράδυ Παρασκευής 17 Ιουνίου, ξαπλωμένος στο γρασίδι, δίπλα απ' τον τάφο του Καζαντζάκη. Ακούμε μαζί το Doo Wop, αφού το mp3 player έχει δύο υποδοχές για ακουστικά.
"Είναι σαν την εφηβεία" μου λέει
"Είναι καλύτερα απ' την εφηβεία" λέω εγώ. Δεν είμαι σίγουρος αν το εννοώ.

Και θυμάμαι άλλη μια κουβέντα απ' το σημειωματάριο:

Το πιο δύσκολο είναι να βρεις κάποιον να του πεις "σ' αγαπώ". Σ' εσένα τό 'χω πει ήδη

Υλικό για ιστορίες.

16.6.11

Δε Χανγκ-όβερ #5


Δεύτερη μέρα Ηράκλειο. Καλώς σας βρήκα. Χθες βράδυ βγήκαμε βόλτα. Ένιωσα όσο περίεργα μπορούσα να αντέξω, ήπια και κατιτίς γιορτάζοντας την ολική σεληνιακή έκπληξη. Ωραία περάσαμε(;)

Κοιμήθηκα στο κρεβάτι του Στέλιου, ο Στέλιος στον καναπέ. Ξύπνησα μετά από τέσσερις ώρες ζέχνοντας μοχίτο. Έκτοτε δεν έχει σώσει να με ξαναπάρει ο ύπνος.

Απ' τις 9 π.μ. που είμαι ξύπνιος λοιπόν, έχω κάνει διάφορα πράματα. Έχω διαβάσει, έχω γράψει κάτι ασυναρτησίες στο σημειωματάριό μου -τις οποίες μπορεί να εντάξω σ' αυτήν την καταχώρηση, γιατί είμαι και πολύ αλάνι- και άλλα πολλά. Άκουσα μουσική, κάπνισα, έκανα την αυτοκριτική μου, δοκίμασα να ξανακοιμηθώ αλλά τίποτα.

Μέχρι το μεσημέρι που ξύπνησα και το Στέλιο, είχα χύσει καφέδες, είχα αναποδογυρίσει τασάκια και για αρκετή ώρα προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω αν είχα όντως εύθυμη διάθεση ή αν είχα ψυχωτικές εκλάμψεις.

Μέσα σε λίγες μόνο ώρες κατάφερα να ζήσω ένα συναισθηματικό ρόλερ-κόστερ, να μάθω πράματα, να συνειδητοποιήσω ανείπωτα πράματα.. Γενικώς, πράματα.

Μέχρι που κάποια στιγμή είπα να βάλω μουσική απ' την playlist του blog, κι άρχισα λίγο να διαβάζω τις τελευταίες ιστορίες κλπ κλπ.

Ρε, δεν με καταλαβαίνω.

Αντιλαμβάνομαι ότι στην αυτοκατανόηση παίζει μεγάλο ρόλο η νηφαλιότητα αλλά και πάλι, ακόμη κι αν ξεκουραστώ δεν νομίζω ότι θα έχει αλλάξει κάτι.

Γι' αυτό λοιπόν, είπα να κάνω το πρώτο καθοριστικό βήμα. Αλλάζω το τεμπλέητ του μπλογκ!

Όπως όταν νιώθουμε "περίεργα" και αλλάζουμε τη διαρρύθμιση των επίπλων στο σπίτι. Αυτό δεν λύνει όλα μας τα προβλήματα;

Βεβαίως και τα λύνει.

Εγώ νιώθω άλλος άνθρωπος τώρα. Δεν το συζητώ-

5.6.11

Sketch #5

Σάββατο βράδυ, σπίτι του Δημήτρη. Έχουμε αράξει στο σαλονάκι του, στον κόκκινο καναπέ-κρεβάτι απ' το ΙΚΕΑ, κι ακούμε βινύλλια στο πικαπ απ' τη δισκοθήκη του πατέρα του.
Περνάμε απ' τα Ζεστά Ποτά των Κατσιμιχαίων στο Animals των Floyd, μετά στο Morrison Hotel, για να καταλήξουμε στο Moonmadness από Camel. Έχει περάσει αρκετή ώρα απ' την τελευταία φορά που ανταλλάξαμε κουβέντα.

Απ' τα ηχεία ακούγεται το Chord Change όταν ο Δημήτρης, αναστενάζοντας, μου λέει
"Φίλε, έχω πρόβλημα".
"Τι είναι ρε;" τον ρωτάω, "Έγινε τίποτα;"

Μένει σιωπηλός για λίγο. Μια υποψία άγχους αρχίζει να με καταβάλλει. Ο Δημήτρης δε συνηθίζει να παραπονιέται για τίποτα.

"Προσπαθώ εδώ και μέρες να γράψω ένα τραγούδι" λέει, "κι έχει κολλήσει το μυαλό μου". Η απόγνωση στο βλέμμα του δε μου επιτρέπει να τον ειρωνευτώ.

"Οκ, πώς μπορώ να βοηθήσω;" τον ρωτάω με επιτηδευμένα ψύχραιμη φωνή, "Με τι έχει να κάνει;"

"Είναι για ένα κορίτσι" μου απαντάει.
Μου ξεφεύγει ένα γέλιο.
"Σε πρόλαβαν οι Nirvana αγόρι μου!" του λέω.
"Καλά, γάμα το" λέει ξεφυσώντας.
Χαμηλώνω την ένταση της μουσικής και προσπαθώ να τον καθησυχάσω.
"Έλα πες" του λέω χαμογελώντας, και του χτυπάω απαλά το χέρι.

"Έχω γράψει αυτό" λέει και πιάνει απ' το διπλανό τραπεζάκι το μικρό, μαύρο σημειωματάριό του. Το ανοίγει και διαβάζει

I need a girl so different than me, to fill up my heart's empty space
Oh, I need a girl so different than me, to come and live in my place

Κρατιέμαι να μη σχολιάσω το "in my place", που μοιάζει σαν αναφορά στους Coldplay. "Δε γαμιέται" σκέφτομαι, "space-place, ποιητική αδεία".

"Ωραία. Και; Το πρόβλημα πού είναι;" τον ρωτάω.

"Και.. Αυτό. Δεν ξέρω τι σκατά να γράψω" απαντάει.

-Πόσο different θά 'ναι αυτό το κορίτσι;

-Όσο χρειάζεται, ξέρω 'γώ;

-Εξωτερική εμφάνιση, συνήθειες κλπ;

-Τα πάντα!

-Οκ, ξεκίνα απ' τα βασικά. Τι μαλλιά θά 'χει;

-Μαύρα. Κορακομάλλα που λένε στο χωριό μου.

-Crow-black hair. Τό 'χουνε πει και οι Cure, πιασάρικο. Dark eyes σίγουρα. Και cherry-red lips να γράψεις επίσης.

-Οκ

-Γενικά, θά 'ναι όμορφη έ;

-Διακρίνω ένα τόνο ειρωνείας στη φωνή σου;

-Ειλικρίνεια το λένε. Έχεις δει τα μούτρα σου;

-Οκ, τι άλλο;

-Dog-person;

-Καλό! She won't know how to cook επίσης.

-Εύκολα. She 'd rather have wine than beer;

-Μπα, αδιάφορο. Να της αρέσει το πιάνο όμως, περισσότερο απ' την ηλεκτρική.

-Εσύ ξέρεις.

-She'd be sweet in the morning and cranky at night..

-Too much info

-Εγώ το γράφω είπαμε. Τι άλλο;

-Non-smoker.

-Σιγά μην είναι και vegeterian..

-Ε, ξεκίνα μ' ό,τι είπαμε κι όλο και κάπου θα καταλήξεις.

-Ναι, για αρχή καλά είναι. Φχαριστώ!

-Τίποτα. Θέλω εξ ημισείας τα πνευματικά δικαιώματα όταν το τελειώσεις.

-Σύμφωνοι. Τίποτ' άλλο;

-Γράψε κι αυτό:
I need a girl so different than me, I need a girl who doesn't need me-
παίζει νά 'χεις το MTV Unplugged των Nirvana;

24.4.11

Όσο κρατάει ένα τσιγάρο #666


Lucky Strike, μαλακό

Λένε πως όταν συνομιλούμε με τον εαυτό μας, καλό είναι να χρησιμοποιούμε φιλικό λεξιλόγιο. Να λέμε πχ "Οκ, έκανες λάθος αλλά δεν πειράζει, απλά νά 'χεις το νου σου την επόμενη φορά" κι όχι "Πάλι σκατά τά 'κανες, γελοίε, άχρηστε" κλπ. Διαφορετικά, ερεθίζουμε εμμέσως την αμυγδαλή του εγκεφάλου, το κέντρο του άγχους, του Φόβου, του Τρόμου, του ΠΑΝΙΚΟΥ. Και ρέει η κορτιζόλη απ' τα επινεφρίδια και γαμιέται το σύμπαν.

Αυτή τη στιγμή καλούμαι να συνομιλήσω με τον εαυτό μου, προσπαθώντας να καταλήξω σ' ένα πόρισμα για τη φύση αυτού του μπλογκ και δεν ξέρω πώς να με αντιμετωπίσω.

Παρατηρώ ότι οι τέσσερις τελευταίες αναρτήσεις ανήκουν στην κατηγορία που ονομάζω "γκομενοϊστορίες", ιστορίες δηλαδή που, παρουσιάζοντας αλήθειες και ψέμματα, έχουν περισσότερο έναν εξομολογητικό χαρακτήρα, παρά κάποιο λογοτεχνικό ενδιαφέρον.

Οκ, η τελευταία λεπτομέρεια είναι σχεδόν inside info, αλλά νομίζω ότι κάθε αναγνώστης-τρια μπορεί να καταλήξει σ' αυτό το πόρισμα, απλώς διαβάζοντας ό,τι έχω γράψει εδώ μέσα.

Και προβληματίζομαι εγώ τώρα. Νά 'ναι αλήθεια ότι η Τέχνη αρχίζει εκεί που σταματάει η αυτοβιογραφία;

Κι έστω ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο (για 'μένα τουλάχιστον, που δεν θα συμφωνήσω ποτέ με αυτήν τη δογματικά ηλίθια φράση), πόσο υλικό περιμένω να αντλήσω από τη "βιογραφία" μου σε ό,τι έχει να κάνει με τις ανθρώπινες σχέσεις; Νομίζω ότι μπορεί να αφορά κάποιον πέρα από εμένα; Νομίζω ότι προσφέρω κάτι;

Κι αναρωτιέμαι γιατί, όπως και να το κάνω, το μπλογκ είναι μέσο αυτοπροβολής, ναι; Κι αυτοπροβολή για αυτοκατανάλωση πάει; Δεν πάει νομίζω.

Μόλις έπαθα κρίση ταυτότητας. Τέλειωσε και το τσιγάρο.

23.4.11

Πένθιμο *


Η παραμικρή σχέση με πρόσωπα και καταστάσεις να θεωρηθεί ολωσδιόλου συμπτωματική.

Η Όλγα είχε όλες τις προδιαγραφές να γίνει η καλύτερή μου φίλη. Όμορφη, έξυπνη και, παρά το ότι ήταν δυο χρόνια μικρότερη, πιο δραστήρια και πιο συνειδητοποιημένη σεξουαλικά.

Τη γνώρισα το 2002, όταν τελείωνα το λύκειο, ως γκόμενα του τότε συμμαθητή και φίλου μου Αντώνη. Συνηθίζαμε να βγαίνουμε οι τρεις μας, μιας και εγώ ήμουν -παραδοσιακά- μπακούρης, άσχημος και κολλημένος σε ανεκπλήρωτους έρωτες.

Όταν λοιπόν η Όλγα κι ο Αντώνης πέρασαν την "πρώτη μεγάλη κρίση" της σχέσης τους (τότε που ο Αντώνης αποφάσισε λίγο πριν τις Πανελλήνιες να δηλώσει σχολές μόνο στο Ηράκλειο, για να είναι κοντά με την Όλγα, ενώ η Όλγα προσπαθούσε να τον πείσει να δηλώσει στην Αθήνα για δικούς της λόγους) μπλέχτηκα, γιατί υποτίθεται ως φίλος του ζευγαριού έπρεπε να πάρω θέση, κι έτσι ξεκίνησε μια πιο προσωπική επαφή με την Όλγα για να βρεθεί μια μέση λύση.

Κι όταν λίγο καιρό αργότερα, κατά τη διάρκεια των εξετάσεων, η Όλγα χώρισε τον Αντώνη, επειδή ο Αντώνης έκανε το λάθος να την κερατώσει και να της το πει, εγώ δεν είχα κανένα λόγο να διακόψω την επαφή μου με την Όλγα, και τέλος πάντων, κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα.

Ο πρώτος και κύριος λόγος που τη συμπαθούσα ήταν επειδή είχε το ίδιο αρρωστημένο βιολογικό ρολόι μ' εμένα. Θυμάμαι, χαρακτηριστικά, να μιλάμε στο τηλέφωνο στις 4 το πρωί, παρακολουθώντας ταυτόχρονα στο Mega σε επανάληψη του Bar, στιγμιότυπο που ο Λορέντζο ψιθύριζε στη Γιώτα "Είσαι ένας όμορφος άνθρωπος", ενώ λίγες ώρες αργότερα έπρεπε να πάω στο σχολείο να γράψω Γεωμετρία.

Μας συνέδεαν κι άλλα στοιχεία: κοινά μουσικά ακούσματα, τάσεις προς μελαγχολία, σχετικά ταυτόσημοι πολιτικοκοινωνικοί προβληματισμοί, μια αμοιβαία -διεστραμμένη για κάποιους- αίσθηση του χιούμορ  μπορούσαμε να μιλάμε για ώρες. Παρ' όλ' αυτά, είχε καρφωθεί στο μυαλό μου η ιδέα ότι δεν θα την έβλεπα ποτέ ερωτικά. Πέρα απ' το γεγονός ότι ήταν πρώην γκόμενα του Αντώνη, κάτι που ελάχιστα μ' ένοιαζε, στα μάτια μου ήταν η βελτιωμένη, θηλυκή έκδοση του εαυτού μου. Κι αφού από τη μία, είχα ένα πλούσιο μερτικό από χυλόπιτες μέχρι εκείνη τη στιγμή, ενώ απ' την άλλη πίστευα πως αν ήμουν στη θέση της δεν θα μου καθόμουν ποτέ, κατέληξα στο ότι δεν θα επέτρεπα ποτέ στον εαυτό μου να τη "γουστάρει".

Μετά τις -σαφώς αποτυχημένες- πανελλήνιές μου, ήρθε το Καλοκαίρι και χωρίστηκαν οι δρόμοι μας. Κρατήσαμε μια υποτυπώδη επαφή, ανταλλάζαμε κάνα mail που και που αλλά τίποτα παραπάνω. Με τον Αντώνη, παρεμπιπτόντως, είχα ήδη χαθεί, αφού είχε φύγει απ' τον Ιούλιο για  προετοιμασία σπουδών στην Αγγλία, και η απουσία του τον κατέστησε αδιάφορο ως παράγοντα για ό,τι έμελλε να συμβεί, γι' αυτό και το όνομά του θα αναφερθεί μόνο μια φορά ακόμη σ' αυτήν την ιστορία.

Με την Όλγα βρέθηκα το Σεπτέμβρη, όπου εγώ, πλησιάζοντας επίσημα την ενηλικίωσή μου, βρισκόμουν στα πρώτα στάδια του παρουσιαστικού που έχω τώρα, αφού δηλαδή έβγαλα τα σιδεράκια που μέχρι τότε φορούσα, η άγρια ακμή μου άρχισε να υποχωρεί, και άρχισε να εμφανίζεται δειλά ένα γενάκι στο πηγούνι μου. Φαίνεται πως αυτές οι αλλαγές την εξέπληξαν τόσο, που άρχισε να με φλερτάρει σαν διάολος από την πρώτη φορά που ανταμώσαμε ξανά.

Τα σημάδια ήταν ξεκάθαρα, ακόμη και για κάποιον ερωτικά ανήμπορο σαν κι εμένα. Απ' την πρώτη μας συνάντηση στην καφετέρια που συχνάζαμε, η συμπεριφορά της ήταν διαφορετική. Διεκδικούσε σωματική επαφή με κάθε ευκαιρία, καθόταν κοντά μου, με περιεργαζόταν με τα χέρια της, έγερνε προς το μέρος μου. Η προσοχή της ακόμη, φαινόταν πιο συγκεντρωμένη πάνω μου. Ήταν λίγες οι στιγμές που έπαιρνε τα μάτια της απ' τα δικά μου, ενώ φαινόταν να διασκεδάζει πολύ περισσότερο με τα αστεία μου.

Όλα αυτά τα στοιχεία μου φαίνονταν προσποιητά, κι όπως είναι λογικό με πανικόβαλαν. Είχα όμως και την περιέργεια να δω που θα κατέληγε όλη αυτή η ιστορία, οπότε πάσχιζα να κρύψω τον πανικό μου και να ανταποκριθώ, έστω με τον τρόπο μου. Έπρεπε, άλλωστε, να μάθω να διαχειρίζομαι τέτοιες καταστάσεις. Είχα μόλις τελειώσει το σχολείο, είχα καταφέρει να αποκτήσω τη φοιτητική ιδιότητα με μηδενικό διάβασμα και, κυρίως, θα έκλεινα τα 18 σε λιγότερο από ένα μήνα. Όφειλα να αποδεχτώ ότι γινόμουν άντρας!

Δυστυχώς ή ευτυχώς, όλη αυτή η κρυμμένη αντρίλα θα παρέμενε καλά κρυμμένη για πολλά χρόνια ακόμα.

Απόδειξη ήταν η στιγμή που, τέσσερις συναντήσεις (ή ραντεβού, για να μην κοροϊδευόμαστε) αργότερα, πήρα τη γενναία απόφαση να τη φιλήσω, δίπλα σε μια πιάτσα ταξί, λίγο πριν πάρει τον επόμενο ταρίφα για να πάει σπίτι της. Έσκυψα, της χάιδεψα τα μαλλιά και πλησίασα το πρόσωπό μου στο δικό της, μέχρι που κόλλησα τα χείλη μου στα δικά της. Δεν θυμάμαι τι έφταιγε περισσότερο, η αίσθηση της καρδιάς μου να πάει να σπάσει απ' την έντονη ταχυπαλμία ή η έμπνευσή της να χώσει απότομα τη γλώσσα της στο στόμα μου, αλλά το αποτέλεσμα ήταν να με πιάσει ένα μανιασμένο, νευρικό γέλιο, στα όρια του απαξιωτικού καγχασμού.

Εκείνη τραβήχτηκε πίσω αμέσως, και παρ' όλο που τα μάτια μου είχαν ήδη αρχίσει να θολώνουν, νομίζω για μια στιγμή είδα να σχηματίζεται ένα χαμόγελο στο πρόσωπό της. Την αμέσως επόμενη στιγμή όμως, φαντάζομαι όταν συνειδητοποίησε την ψυχοσωματικότητα της κατάστασής μου, πάγωσε, έκανε δυο βήματα πίσω, είπε κάτι που ακούστηκε σαν "Δεν σε πιστεύω" κι άρχισε να πηγαίνει με γρήγορα βήματα προς το πρώτο διαθέσιμο ταξί.

Εγώ παρακολουθούσα τον εαυτό μου να τρέχει από πίσω της γελώντας, ενώ μέσα στα χαχανητά σχηματίζονταν σκόρπιες φράσεις όπως "ΧΑΧΑΧΑ-ΟΛΓΑ-ΧΑΧΑ-ΜΗ-ΦΕΥΓΕΙΣ-ΧΑΧΑ", μέχρι που η Όλγα μπήκε στον ταρίφα, ο ταρίφας έβαλε μπροστά κι εξαφανίστηκε σε λίγα δευτερόλεπτα.

Θυμάμαι, λίγο πριν καταφέρω να σταματήσω να γελάω, ότι πρώτη μου σκέψη ήταν να απομακρυνθώ απ' την πιάτσα, μιας και αρκετό τσάμπα θέαμα είχα προσφέρει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Κι έπειτα το περπάτημα προς το σπίτι, με μια και μοναδική ερώτηση να επαναλαμβάνεται στα μεγάφωνα του εγκεφάλου μου

"Τι στο μπούτσο συνέβη μόλις;"

Ούτε που διανοήθηκα να την πάρω τηλέφωνο τις επόμενες μέρες, και βέβαια ούτε κι εκείνη έδειξε σημεία ζωής. Οι μήνες περνούσαν, κι ολοένα και περισσότερο έχανα και την παραμικρή ελπίδα ότι θα μιλούσαμε ξανά. Πέρασαν δυο χρόνια, τελείωσε κι εκείνη το σχολείο και -όπως έμαθα από μια συμμαθήτριά της- πήγε για σπουδές στη Σκωτία.

Εγώ, απ' την άλλη μεριά, με το πέρας δύο χρόνων ήμουν άλλος άνθρωπος. Είχα σταματήσει να παρακολουθώ μαθήματα στη σχολή, έκανα τα πρώτα μου βήματα στη λαμπρή καριέρα μου ως σερβιτόρος, είχα ένα αρκετά γεμάτο βιογραφικό από περιστασιακές σχέσεις κι αποτυχημένες απόπειρες κατανόησης του γυναικείου φύλου. Η ανάμνηση της Όλγας ήταν πλέον τόσο θολή στο μυαλό μου, που έμοιαζε ευχάριστη. Γι' αυτό και ήταν τέτοια η έκπληξή μου, όταν συνάντησα την Όλγα ανήμερα των Χριστουγέννων του 2004 να κόβει βόλτες στο κέντρο της πόλης.

Πιάσαμε την κουβέντα, αμοιβαία καλοδιάθετοι και χαμογελαστοί, τόσο που της πρότεινα να πάμε για ένα ποτό το ίδιο βράδυ "να πούμε τα νέα μας". Δέχτηκε αβίαστα, μ' αγκάλιασε πριν μ' αποχαιρετήσει, όλα έμοιαζαν σωστά για πρώτη φορά μετά από καιρό.

Βρεθήκαμε, όπως είχαμε κανονίσει, ήπιαμε το ένα ποτό, ήπιαμε και δεύτερο και τρίτο. Της έλεγα τα δικά μου, μου έλεγε τα δικά της. Έμαθα για τις δικές τις σχέσεις μέσα σ' αυτά τα δυο χρόνια, μού 'πε ότι είχε ξαναβρεθεί για λίγο με τον Αντώνη το περασμένο Καλοκαίρι αλλά ότι "ο μαλάκας ο άνθρωπος δεν αλλάζει ποτέ", ομολόγησε ότι ήταν κι αυτή στην ίδια φάση με τη δικιά μου, μόνη για αρκετούς μήνες, παντελώς απογοητευμένη απ' τις ανθρώπινες σχέσεις γενικότερα. Μου είπε ακόμη ότι εξακολουθούσε να έχει στο πίσω μέρος του μυαλού της εμάς τους δύο, σχεδόν απολογήθηκε για τη συμπεριφορά της, αναφέρθηκε στην "τότε ανωριμότητά της". Εγώ της είπα ότι ένιωθα νά 'χω μεγαλύτερο βάρος της ευθύνης για ό,τι έγινε, πως όφειλα να διαχειριστώ καλύτερα την κατάσταση "ως μεγαλύτερος". Γελάσαμε, αλλάξαμε θέμα, αρχίσαμε να θάβουμε κοινούς μας γνωστούς, κάτι που αγαπούσαμε εξίσου να κάνουμε. Ήπιαμε κι άλλο ποτό, μέχρι που αποφασίσαμε πως ήταν ώρα να φύγουμε. Είπαμε να περπατήσουμε μέχρι την ίδια πιάτσα ταξί που χωριστήκαμε δυο χρόνια πριν και να πάμε σπίτια μας.

Περάσαμε έξω απ' το παρκάκι των face 2 face*². Κοντοστάθηκα. Τη ρώτησα αν ψήνεται να αράξουμε για ένα τσιγάρο. Η επίδραση του αλκοόλ δεν μου επέτρεψε ούτε καν να διανοηθώ να κρύψω το χαζό, υπαινικτικό μου χαμόγελο. Θυμάμαι αυτό το άμεσο "Ναι, αμέ!" που είπε, για να ξεκινήσει να προχωράει μέσα στο πάρκο, οδηγώντας με στην πιο σκοτεινή γωνία του. Αράξαμε σ' ένα παγκάκι και αρχίσαμε να φιλιόμαστε χωρίς να πούμε δεύτερη κουβέντα.

Ανταλλάζαμε αγγίγματα, δαγκωματιές, φιλιά, γρατζουνιές, αναστεναγμούς που άχνιζαν στον παγωμένο αέρα, μέχρι την καθοριστική στιγμή που η Όλγα ξεκούμπωσε το τζην μου, έσκυψε αργά πάνω μου για να ξεκινήσει αυτό που έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στη μνήμη μου ως "Η καλύτερη πίπα της ζωής μου".

Τα υπολείμματα διακριτικότητας δεν μου επιτρέπουν να μπω σε περαιτέρω λεπτομέρειες, αρκεί να αναφέρω ότι η Όλγα με τέλειωσε με τέτοια χειρουργική ακρίβεια, που δεν χύθηκε ούτε μια σταγόνα έξω απ' το στόμα της. Εγώ εκείνη τη στιγμή ένιωθα να με κυριεύει το πνεύμα των Χριστουγέννων, και να εξαφανίζεται κάθε δυστυχία από προσώπου γης. Βρισκόμουν σε μια πρωτόγνωρη νιρβάνα, με το μυαλό μου τόσο μουδιασμένο που ασυναίσθητα είπα

"Όλγα.. Αν είχα πάνω μου χίλια ευρώ θα στά 'δινα"

Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί το πήρε τόσο στραβά. Σηκώθηκε κι έφυγε πριν προλάβω καν να κουμπωθώ. Νομίζω μ' έβρισε κιόλας, αλλά δεν μπορώ να θυμηθώ με σιγουριά. Αυτό που σίγουρα θυμάμαι είναι το τσιγάρο που κάπνισα στο παγκάκι, μόνος μου.

Δεν έχουμε ξαναμιλήσει από τότε.




* Jim Morrison - Lament
Ιδομενέως και Μεραμβέλλου, Ηράκλειο Κρήτης. Για κάποιους είναι γνωστό ως "το πάρκο των f2f" λόγω των γκράφιτι του αείμνηστου χιπ χοπ crew, face 2 face. Για αρκετά χρόνια ήταν το κατ' εξοχήν πάρκο για εφηβικά χαμουρέματα, λιωσίματα κλπ. Τα τελευταία χρόνια φιλοξενεί τα τραπεζάκια μιας διπλανής ταβέρνας και είναι φωτισμένο, σε σημείο να μην υποστηρίζονται σχετικές δραστηριότητες. Αλλά όπως έχει αποδειχτεί εμπράκτως "το καλύτερο ξεκάρφωμα είναι το κάρφωμα".