16.3.07

Σε σκότωσα

Δεν άντεξα άλλο την πίεση
Σ'έβλεπα αραγμένη στη δερμάτινη πολυθρόνα μου
με τα πόδια σου να λερώνουν όπως πάντα το τραπέζι
(Πόσες φορές σου έχω πει ότι μ'ένοχλεί αυτό;)
Με βλέμμα επίκρισης
λόγια απαξίωσης
μειδίαμα σαρκασμού για όπλα σου
και σάπια πανοπλία τον εγωισμό σου
με πολέμησες

Δε βάσταξε η αλήθεια μου γι'ασπίδα
μα δε μάτωσα
Σφάδαζα απ'τον πόνο
μα ήξερα πως θα ζήσω.
Αλλά δεν άντεξα άλλο την πίεση
Συγχώρα με

Σαν νά'χε θέληση το χέρι μου
βρήκε το δρόμο του κι έπιασε
το παλιό μου περίστροφο
(Ξέρεις, αυτό που έστρεψα εναντίον μου κάποτε)
Σαν νά'χε θέληση το περίστροφο
υψώθηκε μπροστά σου
και πριν παγώσει το χαμόγελό σου
Πυροβόλησα

Και χάθηκαν τα πάντα

Ένα καθρέφτισμα ήταν όλα
πως δεν τό'βλεπα;
Η σφαίρα έκανε θρύψαλα κι εσένα
και το τραπέζι
και την πολυθρόνα
το γραφείο με τη φωτογραφία σου
τα κάδρα στους τοίχους

Η Ζωή μου ολόκληρη ένας Καθρέφτης
Σπασμένο γυαλί τώρα
Κοφτερή σκόνη που με τρυπάει
και πονάει πιο πολύ απ'τα λόγια σου

Σε σκότωσα
μα είμαι τώρα πιο κενός από ποτέ
κι εύχομαι να'χα μαζί μου
μια σφαίρα ακόμα

1 σχόλιο:

Conti Cucci είπε...

Μ' αρέσει αυτό. Πιο κατανοητό σε μένα.
Ίσως το νιώθω πιο κοντά γιατί έχει μια δόση παράνοιας.
(Να φανταστείς η πρώτη στροφή αρχικά νόμιζα ότι απευθύνεται στη γάτα σου.)
Ωραίος μονόλογος - μ' αρέσει,
μ' αρέσει.
΄Αντε, και σ' άλλα..