24.12.06

Κάτι παλιό


Το παρακάτω κειμενάκι το είχα γράψει πριν από δύο χρόνια, δυο μέρες και κάτι ώρες. Δεν είναι τίποτα το ιδιαίτερο αντικειμενικά, αλλά είναι για εμένα, οπότε θα το αφήσω εδώ να κρέμεται μέχρι νεωτέρας.

Το ξαφνικό σοκ της απότομης αφύπνισης. Τα δάκρυα που έχουν μουσκέψει το μαξιλάρι σου επιβεβαιώνουν τη συναισθηματική σου φόρτιση από τον εφιάλτη που μόλις είδες. Γιατί, όταν οι από καιρό χαμένοι αγαπημένοι μας κάνουν στάση στη σκέψη μας, τα όνειρα μετατρέπονται σε εφιάλτες.
Την είδες ξανά., σου μίλησε, σε αγκάλιασε όπως τότε. Μα μέσα σου ήξερες το διαχωρισμό ονειρατού και παραγματικότητας. Ήξερες ότι η εικόνα που τόσο αγάπησες θα σβήσει, σαν πυρωμένο ξερόκλαδο σε ανοιξιάτικη μπόρα.
Σηκώνεσαι τρεκλίζοντας, τρέχεις προς τον καθρέφτη σου. Νοιώθεις ότι αυτό το όνειρο σου σημάδεψε το πρόσωπο. Νοιώθεις ότι μια ακατανίκητη θλίψη θα σε στιγματίζει αιώνια. Κι όμως, το είδωλό σου για άλλη μια φορά φαίνεται γνώριμο, σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα. Ή μήπως έχει αλλάξει;

Ο πρώτος καφές ενεργοποιεί τις νευρικές απολήξεις της γλώσσας σου. Οι υπόλοιπες αισθήσεις σου λειτουργούν ακανόνιστα. Τα πάντα φαίνονται θολά, η κούπα που κρατάς στα δυο σου χέρια φαίνεται να έχει υφή κοφτερών ξυραφιών, η ατμόσφαιρα σου φαίνεται πιο βαριά από ποτέ ενώ ακούς ξανά και ξανά μια γνώριμη φωνή να σου λέει «Για πάντα». Ένα δάκρυ σπάει το φράγμα της απομείνουσας λογικής σου και κυλάει στο πρόσωπό σου.

Θυμάσαι...
Θυμάσαι όταν ήσουν παιδί ακόμα και βίωσες την πρώτη απώλεια. Είχες πείσει τον εαυτό σου από τότε πως τίποτα δεν είναι παντοτινό. Τα πάντα φθείρονται στο πέρασμα του χρόνου, και φεύγουν μακριά μας. Κάποια μέρα έλεγες, θα χαθούμε κι εμείς στη λήθη του Αγνώστου. Ένας κύκλος που υποδηλώνει ισορροπία, πεθαίνει κάτι παλιό και γεννιέται κάτι νέο. Τώρα αντιλαμβάνεσαι ότι δεν το πίστεψες ποτέ. Τώρα καταλαβαίνεις ότι απλά νάρκωνες τον εαυτό σου με λέξεις που δε μπορούν καν να σε παρηγορήσουν. Ίσως γιατί ποτέ πριν δεν αφέθηκες ώστε να δεθείς με οτιδήποτε. Λογικό.. Η αγαπημένη σου φράση ήταν πως δεν πρέπει να συνυπάρχουμε με ανθρώπους που δε μπορούμε να αποχωριστούμε.. Ένα θλιβερό χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπό σου.
«Δεν πρέπει να υπάρχουμε όταν αποχωριζόμαστε ανθρώπους που αγαπάμε» λες και πίνεις μια γουλιά καφέ.

Ξαφνικά όμως, η έμπευση σου καθαρίζει το μυαλό και σε βάζει σε εγρήγορση. Θέλεις να γράψεις, πρέπει να γράψεις! Αγχωμένος, ψάχνεις για ένα κομμάτι χαρτί και ένα μολύβι. Ο γραφίτης πλησιάζει το χαρτί και το χέρι σου αρχίζει να τρέχει πιο γρήγορα απ’τη σκέψη σου. Νοιώθεις ότι ολοκλήρωσες και διαβάζεις:

“Κοιμήθηκα απόψε κι ονειρεύτηκα
τη γλύκα απ’τα χείλη σου πως γεύτηκα.
Πως μέθυσα με του κορμιού σου το άρωμα
Στου έρωτα το μαγικό ξεφάντωμα

Μα πόνεσα -Θεέ μου πόσο πόνεσα-
σαν ένοιωσα πόσο μακριά μου είσαι.
Στο όνειρο να σ’έχω μόνο μπόρεσα
και ούρλιαξα «Καρδιά μου, τώρα σβήσε»”

Ασυναίσθητα, τσαλακώνεις το χαρτί και το πετάς στο πάτωμα. Ας είναι, λες...
Καιρός να αλλάξουμε νεύρωση..

Δεν υπάρχουν σχόλια: